- σκιρ(ρ)ωνοβορράς
- ο северо-западный ветер
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
σκιρ(ρ)ωνοβορράς — ο, Ν 1. βορειοδυτικός άνεμος, κν. γνωστός και ως μαϊστροτραμουντάνα 2. (κατ επέκτ.) το μεταξύ τού Βορρά και τού Σκίρωνος δευτερεύον σημείο τού ορίζοντα. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκίρ(ρ)ων(ας) «είδος ανέμου» + βορράς. Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στο… … Dictionary of Greek